Τρίτη 8 Ιανουαρίου 2013

Οι Στάνλεϋ (της Γλυκερίας Μπασδέκη)


Με ένα κείμενο γεμάτο ρυθμό και συμπάθεια, η Γλυκερία Μπασδέκη, τιμά τον Τέννεσσυ Ουίλιαμς.
Από το τεύχος 157 της Οδού Πανός και το αφιέρωμα στον Tennessee Williams

 

Οι Στάνλεϋ

boys are fox- teeth in your heart
Tennessee Williams

Μάζεψα τα πρέποντα. Ίσως ο σημαντικότερος αμερικανός θεατρικός του 20ού, οι κριτικές του Πλωρίτη, κάτι για τη frustration, η σκηνή με τον εισπράκτορα του Εσπερινού Αστέρα, το τατουάζ του Άλβαρο, κι η Φθειροζώλ - ναι, ναι τα πιο ανώδυνα απ’ τη Φθειροζώλ: εκεί που βγαίνει ο συγγραφέας, κάτι θα πετούσα και για Τσέχωφ, σίγουρα κάτι θα τους έλεγα για τη μούρλα σου με τον Τσέχωφ . Μόνο που είναι ΕΠΑΛ, είναι Εσπερινό ΕΠΑΛ, τομέας Μηχανικών αυτοκινήτων, επτά αγόρια κι εγώ. Κι εγώ άλλα ξεκίνησα, άλλα τους είπα, έφυγα, πέταξα ψηλά πάνω απ’ τα πρέποντα - κάτι χρόνια πριν, επαρχία του βορρά, Δευτέρα λυκείου, επτά επί Τέννεσσυ, μάθημα λογοτεχνίας να το πει ο Θεός.
Και τους είπα ότι γεννήθηκες Κυριακή των Βαΐων, Κριός με ωροσκόπο στον Αιγόκερω, κι ο πατέρας σου πουλούσε παπούτσια. Και τους είπα ότι η μάνα σου η Εντβίνα είχε πατέρα παπά κι έβλεπε στον ύπνο της χερουβείμ. Κι η αδελφή σου δεν πολυήταν στα καλά της – πέθανε κοντά ενενήντα στο ίδρυμα, μετά από σένα, ναι μετά από σένα έφυγε, με τον μετωπιαίο άδειο αποχαιρέτησε η Ρόουζ. Και τους είπα ότι χτυπιόσουν μέχρι το τέλος έπινες κι έκλαιγες και λιαζόσουνα στη Φλόριντα. Τι κι αν ήσουν πρώτος στα σουξέ και στα Πούλιτζερ και στα κριτικών της Νέας Υόρκης κι όλο το Χόλλυγουντ σε προσκυνούσε και στα όπα όπα σε είχαν Ταίηλορ και Μπράντο και στα μεγάλα θέατρα συνωστισμός, έπεφτε μέχρι ξύλο στο Μπροντγουέι για τ’ ανεβάσματα – σκασίλα σου, εσύ τον Φρανκ φοβόσουνα μη χάσεις. Και τους είπα ότι η καρδιά σου ήταν μονοπάτι χαραγμένο σε βουνά -  δεν ήσουν γραμμή ή δρόμος για να είσαι ίσιος εσύ. Κι όλα τα σπουδαία που έγραψες. Το λεωφορείο και τον Ορφέα και τη Λυσσασμένη και το Γλυκό πουλί και την Ιγκουάνα και το Τριαντάφυλλο και τα ποιήματα -  όσα θυμόμουνα κι όσα αγαπούσα πιο πολύ του είπα. Κι οι ημερομηνίες μπερδεμένες – πρώτα αγάπησες τον Κιπ ή μήπως ήταν ο Πάντσο ο μποξέρ;
Και τους είπα ότι ο μπαμπάς σου τίποτε δεν καταλάβαινε και σήκωνε χέρι και σ’ έλεγε Miss Nancy και σε πλήγωνε -  πιο πολύ σε πλήγωνε το χέρι του Κορνήλιου στο φιλάσθενο και αγύμναστο απ’ το 1,67 καθέτως. Και για τον Φρανκ τους είπα, για το πόσο όμορφος ήταν ο παλιοσισιλιάνος που σου πήρε τα μυαλά κι έφυγε άδικα το παλληκάρι, όπως ο Κιπ, όπως ο Κιπ κι αυτός. Και για το μετά τους είπα, που όλο περίμενες να τρελλαθείς κι όλο δεν τρελλαινόσουνα, για τους καυγάδες και τα ανήλικα της μιας βραδιάς και τα χάπια και τα άδεια μπουκάλια. Για τα ποιήματα του Χάρολντ Χαρτ Κρέιν και την τελευταία νύχτα στο Χοτέλ Ελυζέ, είκοσι πέντε Φλεβάρη του χίλια εννιακόσια ογδόντα τρία, ετών εβδομήντα ένα με τον φελλό από τις σταγόνες για τα μάτια σφηνωμένο στο λαιμό σου.
Και ξεκίνησα να διαβάζω από εκεί που ακούγονται οι καμπάνες της Μητρόπολης, μέχρι εκεί ο Στάνλεϋ, καθισμένος στα σκαλοπατάκια, βλέπει τη Μπλανς ν’ απομακρύνεται, στηριγμένη στο μπράτσο του γιατρού και στην καλοσύνη των ξένων.
Και μετά χτύπησε το κουδούνι. Και στην πόρτα είδα - ναι, ναι, το είδα - επτά άσπρα φανελάκια να στριμώχνονται. Κι ο πιο Πολωνός έκανε πίσω. «Αφήστε να περάσει η Κυρία», είπε και μου χαμογέλασε.

Ξάνθη